Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2012

Πόρισμα που κλείνει τον ΧΥΤΑ. Συνέντευξη τύπου σήμερα απ' τον Δήμαρχο Βορείων Τζουμέρκων Γιάννη Σεντελέ



Δεν δίνει οριστικές απαντήσεις το πόρισμα για τον ΧΥΤΑ το σχετικό έγγραφο με την Έκθεση των Επιθεωρητών για την μόλυνση απ' τον ΧΥΤΑ

Τα συμπεράσματα - προτάσεις που κατέληξαν οι Επιθεωρητές

Η αντίδραση του Δήμου Βορείων Τζουμέρκων
 
 Συνέντευξη τύπου σήμερα στις 11.30 απ' τον Δήμαρχο Βορείων Τζουμέρκων Γιάννη Σεντελέ για τις εξελίξεις στο θέμα του ΧΥΤΑ Ελληνικού.

Δύο αντικρουόμενες απόψεις εκφράζουν οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος και η ιδιωτική εταιρία γεωλογικών μελετών που ανέλαβε την διαδικασία της ιχνηθέτησης στον ΧΥΤΑ Ελληνικού, για το πρόβλημα που έχει προκύψει με την μόλυνση των γύρω πηγών και τα αίτιά τους.
Ενώ λοιπόν το πόρισμα της ιχνηθέτησης καταλήγει στο συμπέρασμα πως «δεν προκύπτει διαρροή των εγκαταστάσεων του ΧΥΤΑ Ελληνικού», οι επιθεωρητές Περιβάλλοντος καταλήγουν στο ότι «η λειτουργία του ΧΥΤΑ έχει προκαλέσει και εξακολουθεί να προκαλεί τη ρύπανση στα υπόγεια και επιφανειακά ύδατα της περιοχής», βάζοντας ουσιαστικά βόμβα στα θεμέλια λειτουργίας του και δημιουργώντας ερωτηματικά για το κατά πόσο τελικά αυτό το έργο των πολλών εκατομμυρίων ευρώ που διαφημίστηκε ως το μεγαλύτερο περιβαλλοντικό έργο που έγινε στα Γιάννινα είναι τελικά αθώο για τη ρύπανση της γύρω περιοχής και αν φυσικά μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί υπ' αυτές τις συνθήκες.
Η έκθεση των Επιθεωρητών είναι γνωστή στην Περιφέρεια από τις 29 Σεπτεμβρίου ενώ αυτή της ιχνηθέτησης λίγες μέρες μετά.
Την περασμένη Παρασκευή η αρμόδια επιτροπή της Περιφέρειας που είχε αναλάβει τη διερεύνηση του θέματος κάλεσε τον Φορέα Διαχείρισης σε σύσκεψη προκειμένου να τον ενημερώσει επί του θέματος.
Σε αυτή συμμετείχε και ο δήμαρχος Β. Τζουμέρκων Γ. Σεντελές ο οποίος διαπίστωσε μια προσπάθεια πολιτικής συγκάλυψης του πορίσματος των επιθεωρητών περιβάλλοντος και γι' αυτό την κατήγγειλε με αποτέλεσμα η σύσκεψη να μην ολοκληρωθεί ποτέ.
Με βάση το πόρισμα αυτό λοιπόν και με δεδομένο πως η δοκιμαστική λειτουργία του ΧΥΤΑ έχει λήξει στην πιο δύσκολη θέση βρίσκεται ο ΦΟΔΣΑ που καλείται να αποφασίσει αν θα παραλάβει ένα έργο που οι υπηρεσίες του ΥΠΕΚΑ θεωρούν ως πηγή μόλυνσης αλλά και με πολλά κατασκευαστικά λάθη ενώ προσθέτουν ότι από τον Φεβρουάριο μέχρι και σήμερα δεν λειτούργησε με βάση τη νομοθεσία.
Οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος
Οι πρώτες αυτοψίες από τους Επιθεωρητές Περιβάλλοντος έγιναν στις 17 Φεβρουαρίου ενώ ακολούθησαν κι άλλες στις 25 και 26 Απριλίου. Σύμφωνα με αυτές τα προβλήματα με τον ΧΥΤΑ ξεκινούν ήδη από την χωροθέτησή του.
Οι Επιθεωρητές αφού αναλύουν τις αλλοιώσεις που υπέστη το περιβάλλον καταλήγουν στο
συμπέρασμα ότι στο σημείο όπου κατασκευάστηκε ο ΧΥΤΑ προϋπήρχαν ρέματα που μπαζώθηκαν κάτι που «αλλοίωσε τη μορφή της κοίτης του υδατορέματος, υποβαθμίζοντας το περιβάλλον».
Τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία όμως προκύπτουν στις αναλύσεις για τη ρύπανση των υδάτων.
Έτσι στο κεφάλαιο αυτό αναφέρεται πως οι αναλύσεις των δειγμάτων στην πηγή θέση «Λεύκα», στις γεωτρήσεις Γ1, Γ2 και Γ3 καθώς και στα πρανή του επιχώματος κατάντη του ΧΥΤΑ δείχνουν ότι από την ημέρα που εντοπίστηκε η ρύπανση όχι μόνο δεν ελαττώθηκε αλλά εξακολούθησε να υπάρχει έως και τα τέλη Αυγούστου, όποτε ολοκληρώθηκαν οι δειγματοληψίες.
Σε ότι αφορά στη ρύπανση των υπόγειων νερών της ευρύτερης περιοχής του ΧΥΤΑ η έκθεση αναφέρει πως είναι προφανές ότι τα υδρογεωλογικά χαρακτηριστικά της περιοχής στοιχεία, που δεν μελετήθηκαν στο στάδιο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης του έργου, παίζουν καθοριστικό ρόλο αφού επηρεάζουν τα φαινόμενα μεταφοράς και διασποράς των ρύπων.
Συμπερασματικά οι Επιθεωρητές αναφέρουν: «λαμβάνοντας υπόψη ότι στην περιοχή δεν υφίσταται άλλη ρυπογόνος δραστηριότητα πέραν του ΧΥΤΑ, το φαινόμενο ξεκίνησε λίγους μήνες μετά την έναρξη λειτουργίας του ΧΥΤΑ, σύμφωνα με μαρτυρίες των κατοίκων δεν είχε παρουσιαστεί παρόμοιο πρόβλημα στο παρελθόν και ότι το φαινόμενο εντείνεται στη Γεώτρηση Γ1, στις εκροές στον πόδα του επιχώματος και στην πηγή Λεύκα, εκτιμάται ότι η λειτουργία του ΧΥΤΑ έχει προκαλέσει και εξακολουθεί να προκαλεί τη ρύπανση στα υπόγεια και επιφανειακά ύδατα της περιοχής».
Με βάση τις μετρήσεις των αναλύσεων ποιότητας των επεξεργασμένων στραγγισμάτων προκύπτει υπέρβαση των ορίων που τέθηκαν με την από 2006 εγκεκριμένη οριστική μελέτη του έργου στις παραμέτρους BOD, COD, αιωρούμενα στερεά, ολικό άζωτο, ολικός φώσφορος και ολικά κολοβακτηριοειδή.
Οι Επιθεωρητές επιπρόσθετα επισημαίνουν πως η ανάδοχος εταιρία δεν φρόντισε να παρακολουθεί την ποιότητα των υδάτων στις γεωτρήσεις του ΧΥΤΑ όπου παρουσιάστηκαν προβλήματα αλλά ούτε βρήκε λύσεις ώστε να απομακρυνθούν τα στραγγίσματα από το κύτταρο ως όφειλε.
«Στο χρονικό διάστημα Μάρτιος- Αύγουστος 2012, κατά τις αναλύσεις της ποιότητας των υδάτων της γεώτρησης Γ2, εντός του γηπέδου του Χ.Υ.Τ.Α. σημειώθηκαν συχνές υπερβάσεις στη συγκέντρωση του αμμωνίου και ορισμένες υπερβάσεις της ανώτατης τιμής αγωγιμότητας σε σχέση με τα όρια που τίθενται στη (16) σχετική Υ.Α., σε αντίθεση με αυτή. Παράλληλα, παρατηρείται ότι οι τιμές του COD παραπέμπουν σε ανεπεξέργαστα υγρά απόβλητα. Από τα παραπάνω συμπεραίνεται ότι η λειτουργία του Χ.Υ.Τ.Α. προκάλεσε τη ρύπανση των υπόγειων υδάτων ενώ προκύπτει ότι τα επιφανειακά ύδατα που ελέγχθηκαν έχουν κατώτερη ποιότητα από την προβλεπόμενη για τα επεξεργασμένα στραγγίσματα, από την ποιότητα των υδάτων στο Μέγα Ρέμα κατάντη και απέχουν από τα πρότυπα ποιότητας γλυκών επιφανειακών υδάτων», αναφέρει η έκθεση.
Με βάση τις μετρήσεις των αναλύσεων ποιότητας των επεξεργασμένων στραγγισμάτων προκύπτει υπέρβαση των ορίων που τέθηκαν με την από 2006 εγκεκριμένη οριστική μελέτη του έργου στις παραμέτρους BOD, COD, αιωρούμενα στερεά, ολικό άζωτο, ολικός φώσφορος και ολικά κολοβακτηριοειδή.
Συνεχίζοντας σημειώνει πως η αντοχή της γεωμενβράνης είναι 210Ν/mm ενώ θα έπρεπε να είναι μεγαλύτερη από 500, το βάρος του γεωυφάσματος προστασίας της ζώνης αποστράγγισης είναι 124g/m2 τη στιγμή που θα έπρεπε να είναι μεγαλύτερο από 180 ενώ στο έδαφος των πρανών, το οποίο είχε προετοιμαστεί για την εφαρμογή του γεωσυνθετικού αργιλικού φραγμού, είχαν παραμείνει πέτρες διαστάσεων άνω των 10 εκατοστών και φυτά, τα οποία επηρεάζουν την εφαρμογή και λειτουργία του φραγμού.
Ακόμα οι Επιθεωρητές διαπίστωσαν και τη μη σωστή λειτουργία του έργου από τον εργολάβο τόσο σε ότι αφορά τη διάθεση των υδάτων όσο και τη μη ενεργοποίηση του βιολογικού καθαρισμού τον οποίο μάλιστα χαρακτηρίζουν και μικρό για τις ανάγκες του έργου.
Τα αποτελέσματα της ιχνηθέτησης
Σε εντελώς αντίθετη πλευρά κινούνται τα συμπεράσματα της ιχνηθέτησης τα οποία αναφέρουν πως στην πηγή Λεύκας ανιχνεύθηκαν δύο χρωστικές ουσίες στα δείγματα της δεύτερης ως πέμπτης μέρας κάτι που σύμφωνα με την εταιρία που διενήργησε την ιχνηθέτηση δεν δικαιολογούνται να εμφανιστούν τόσο σύντομα σε μια απόσταση 600 μέτρων, αποδίδοντας την παρουσία τους σε επιμολύνσεις από ανθρώπινο παράγοντα.
Αναφορικά με τις γεωτρήσεις Γ1, Γ2 και Γ3 ανιχνεύονται ήδη από τη δεύτερη μέρα των μετρήσεων και οι τρεις ιχνηθήτες με μηδενικές τιμές ανά διαστήματα. Και σε αυτή την περίπτωση οι επιστήμονες αποδίδουν την παρουσία των χρωστικών ουσιών και στις τρεις γεωτρήσεις σε επιφανειακές επιμολύνσεις από ανθρώπινο παράγοντα και όχι σε φυσιολογική διαρροή από τα σημεία ρίψης τους.
Τέλος σημειώνουν πως από τα αποτελέσματα όλου του προγράμματος ιχνηθετήσεων δεν προκύπτει διαρροή των εγκαταστάσεων του ΧΥΤΑ Ελληνικού.
Πιο αναλυτικά η Επιτροπή κατέληξε ομόφωνα στα παρακάτω συμπεράσματα - προτάσεις:
Με τα μέχρι σήμερα δεδομένα, δεν αποδεικνύεται ύπαρξη διαρροών τόσο στο κύτταρο, όσο και στις δεξαμενές συλλογής και επεξεργασίας στραγγιδίων, καθόσον στα σημεία ελέγχου (Γεωτρήσεις & πηγή «Λεύκα») δεν ανιχνεύτηκαν συνεχείς και ικανές ποσότητες ιχνηθετών, ώστε να μπορούν να δικαιολογήσουν φαινόμενα διαρροής.
Από τις παρουσιασθείσες Εκθέσεις Ιχνηθέτησης και Γεωφυσικής διερεύνησης, δεν διαφοροποιούνται τα συμπεράσματα της από 10/5/2012 Έκθεσης-Πόρισμα της Επιτροπής, στα οποία και παραπέμπουμε.
Από τις εργαστηριακές αναλύσεις του Γενικού Χημείου του Κράτους επιβεβαιώθηκε η σχετικά άμεση επικοινωνία της γεώτρησης Γ1 με την πηγή «Λεύκα», (εμφάνιση ClO- στην πηγή, το οποίο ρίχθηκε στην γεώτρηση κατά την απολύμανσή της), ακόμη και σήμερα σε περίοδο ανομβρίας και χαμηλής υδραυλικής κινητικότητας.
Δεδομένης της αδυναμίας πλήρους γνώσης της υδραυλικής επικοινωνίας (όσον αφορά στον απαιτούμενο χρόνο) του ΧΥΤΑ με την πηγή «Λεύκα», προτείνεται να συνεχιστεί ο έλεγχος (ανίχνευσης ιχνηθετών) για τριάντα (30) ημέρες ακόμη, με εβδομαδιαίες δειγματοληψίες από την πηγή «Λεύκα», που - ανάλογα με τα ευρήματα - μπορεί να πυκνώσουν.
Επειδή η εκτέλεση της εν λόγω διαδικασίας των ιχνηθετήσεων συνέπεσε να γίνει σε περίοδο ανομβρίας (γεγονός όχι κατ' ανάγκη άστοχο) και επειδή η εξέλιξη του φαινομένου σχετίζεται άμεσα με την υδρογεωλογία της περιοχής, προτείνεται να συνεχιστεί η παρακολούθηση των φαινομένων και οι δειγματοληψίες για ανίχνευση ιχνηθετών και την περίοδο των προσεχών βροχοπτώσεων, με ειδικότερη εστίαση τόσο στην πηγή «Λεύκα», όσο και στην πιθανή επανεμφάνιση εκροής από τη θέση «λιθορριπή» κατάντη του κυττάρου, που σήμερα δεν εμφανίζει εκροές.
Ανάλογα των παραπάνω αναφερομένων πιθανών προσεχών ευρημάτων, η Επιτροπή και οι αρμόδιες υπηρεσίες της Περιφέρειας, θα πρέπει να εξετάσουν την περαιτέρω δυνατότητα διερεύνησης της ακριβούς αιτίας προέλευσης της ρύπανσης των υδάτων της πηγής στη θέση «Λεύκα» και των λοιπών επιφανειακών ή υπογείων υδάτων της περιοχής του ΧΥΤΑ, με την χρήση κάθε επιστημονικά συμβατής και αξιόπιστης διαδικασίας.
Προτείνεται να συνεχιστεί η απομάκρυνση των επεξεργασμένων στραγγιδίων με στόχο την λειτουργία του ΧΥΤΑ με μείωση, έτι περαιτέρω, της υφιστάμενης υδραυλικής φόρτισης.
Τέλος για άλλη μια φορά θέλουμε να επισημάνουμε την αναγκαιότητα αλλαγής των Περιβαλλοντικών Όρων για την εξεύρεση οριστικής λύσης στη διαχείριση και διάθεση των επεξεργασμένων στραγγιδίων».
Ενστάσεις από τον δήμο Β. Τζουμέρκων
Ο δήμαρχος Γιάννης Σεντελές
Με επιστολή του προς την Περιφέρεια ο δήμαρχος Β. Τζουμέκρων, Γιάννης Σεντελές, εκφράζει ορισμένες ενστάσεις για την αρτιότητα της διαδικασίας της ιχνηθέτησης και φυσικά για τα αποτελέσματά της.
Σε αυτή μεταξύ άλλων αναφέρει:
«Η όλη διαδικασία διεξήχθη σε μια χρονική περίοδο πλήρους και παρατεταμένης ανομβρίας, δηλαδή σε συνθήκες ακραία διαφορετικές από αυτές που εκδηλώθηκε το φαινόμενο της ρύπανσης και ως εκ τούτου, για έναν ακόμη λόγο, είμαστε επιφυλακτικοί όσον αφορά τα αποτελέσματά της.
Συμφωνήθηκε κατά το προκαταρκτικό στάδιο της διαδικασίας να γίνεται καθημερινή (ακόμη και Σαββατοκύριακα) παράλληλη δειγματοληψία από τα διάφορα σημεία, τόσον από τον ανάδοχο όσον και από την Περιφέρεια. Όμως κατά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων διαπιστώθηκε ότι τελικώς η Περιφέρεια έκανε λήψη δειγμάτων μία φορά ανά εβδομάδα και όχι καθημερινά.
Η έλλειψη παράλληλων δειγμάτων είναι κομβικό σημείο για την ανάλυση και αξιολόγηση, εκ μέρους της πλευράς του αναδόχου, των αποτελεσμάτων και αποτελεί σοβαρότατο πρόβλημα, όπως φαίνεται από τα όσα αναφέρουμε στην επόμενη παράγραφο και αφορούν στο μοντέλο αξιολόγησης των αποτελεσμάτων που υιοθετήθηκε από τον υπεύθυνο της έρευνας κ. Σταμάτη.
Το μοντέλο που υιοθετήθηκε είναι εκείνο της συνεχούς ομοιόμορφης ροής που αναμένεται να δώσει καμπύλη ανίχνευσης συνεχή, αρχικά αύξουσα και εν συνεχεία φθίνουσα. Με βάση την υπόθεση αυτή ο κ. Σταμάτης στο πόρισμά του απεφάνθη ότι δεν υπάρχει διαρροή από τον ΧΥΤΑ και δικαιολόγησε την ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ των ιχνηθετών, που αποδεδειγμένα βρέθηκαν σε όλα τα σημεία λήψης των δειγμάτων, σαν επιμόλυνση. Καταρχήν η υιοθέτηση του μοντέλου αυτού είναι εντελώς αυθαίρετη, διότι δεν γνωρίζουμε ούτε τη θέση της πιθανής διαρροής, ούτε την εκάστοτε στατική πίεση του υδραυλικού φορτίου αλλά και ούτε την μορφή που πήρε η συγκέντρωση του ιχνηθέτη στο σώμα του κυττάρου του ΧΥΤΑ. Κατά συνέπεια, στην περίπτωση που αυτή η υπόθεση εργασίας είναι λανθασμένη, τα αποτελέσματα της ιχνηθέτησης, πρέπει να ερμηνευτούν σαν απόδειξη διαρροής. Το γεγονός επίσης ότι δεν υπάρχουν αναλύσεις της Περιφέρειας, που να διασταυρώνουν τα αποτελέσματα του αναδόχου για τις ημέρες εκείνες, στις οποίες παρουσιάζεται «ασυνέχεια» στην παρουσία των ιχνηθετών, μας κάνουν ακόμη περισσότερο επιφυλακτικούς στην υιοθέτηση του μοντέλου αυτού.
Το τρίτο σημείο που πρέπει να επισημανθεί είναι ότι η διαδικασία της ιχνηθέτησης κατέληξε σε πόρισμα, χωρίς επί της ουσίας να αξιολογηθεί δείγμα από το πιο επίμαχο σημείο δειγματοληψίας, που είναι η πηγή Λεύκας. Και τούτο διότι, αφού με βάση τις μετρήσεις ταχύτητας του νερού και όπως αναφέρεται στο πόρισμα ο εκτιμώμενος χρόνος ανίχνευσης είναι περίπου 58 ημέρες, δεν είναι επιστημονικό να βγαίνει πόρισμα με τελευταία μέτρηση στις 20 ημέρες, όταν δηλαδή ο ιχνηθέτης θεωρητικά βρίσκεται στο 1/3 περίπου της διαδρομής του προς την πηγή.
Πρέπει επίσης να επισημάνουμε ότι η περίοδος που επιλέχτηκε για να γίνει η ιχνηθέτηση άφησε έξω το σημείο της λιθοριπής, βασικό σημείο εμφάνισης ρύπανσης.
Στα παραπάνω πρέπει να προσθέσουμε ότι στο πόρισμα αναφέρονται σαφώς χημικές ουσίες οι οποίες μπορούν να αδρανοποιήσουν τους ιχνηθέτες και να επηρεάσουν την ανίχνευσή τους.
Σαν τελικό συμπέρασμα από τις παραπάνω διαδικασίες νομίζουμε είναι ότι υπήρξε σαφώς ανίχνευση ιχνηθετών και τα αποτελέσματα ενισχύουν το αρχικό πόρισμα της επιτροπής σας, ότι δηλαδή για την ρύπανση των πηγών της περιοχής ευθύνεται η λειτουργία του ΧΥΤΑ».

 Σήμερα Δευτέρα 15 Οκτωβρίου και ώρα 11:30 π.μ. ο Δήμαρχος θα δώσει στα γραφεία της ΠΕΔ Ηπείρου συνέντευξη τύπου γύρω απο τις εξελίξεις στο θέμα του ΧΥΤΑ Ελληνικού.
Θα αναφερθεί στην Έκθεση των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος που δημοσιοποιήθηκε στο τέλος Σεπτεμβρίου και στην οποία γίνεται εκτενής αναφορά από την χωροθέτηση, μελέτη, κατασκευή μέχρι τη λειτουργία του ΧΥΤΑ, παρουσιάζοντας και αναλύοντας παραλείψεις και προβλήματα, τα οποία δίνουν ανάγλυφα την εικόνα ενός προβληματικού έργου. Στην ίδια έκθεση οι Επιθεωρητές καλούν σε απολογία τους εμπλεκόμενους φορείς.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου