Λίγοι ίσως γνωρίζουν ότι η πρώτη αντιχουντική πορεία Πανελλαδικά κατά των Συνταγματαρχών της Χούντας του Παπαδόπουλου, έγινε στα Γιάννενα αμέσως μετά την βίαιη κατάληψη της εξουσίας απ’ τον Παπαδόπουλο.
Δύο απ’ τους πρωταγωνιστές της αντιδικτατορικής δράσης στα Γιάννενα, ήταν η Συρρακιώτισσα Βούλα Σκαμνέλου και ο μετέπειτα σύζυγός της Γιώργος Μάκης που κατάγεται απ’ το έτερο Βλαχόφωνο χωριό του Δήμου Βορείων Τζουμέρκων, το Βαθύπεδο
Αλλά ας δούμε τι λένε οι δυό απ’ τους πρωταγωνιστές της εποχής εκείνης σε συνέντευξή τους στον Νίκο Ρούμπο που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ» ανήμερα της επετείου της εξέγερσης του Πολυτεχνείου το 2007.
Βούλα Σκαμνέλου "Οι ασφαλίτες μάς παρακολουθούσαν στενά και μας απειλούσαν"
Η αντιστασιακή δράση στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων συνδέεται με δύο εμβληματικές μορφές, των φοιτητών Πόπης Βουτσινά και Νίκου Ράπτη, που συνελήφθησαν πριν από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, βασανίστηκαν άγρια, δεν μίλησαν καθόλου και έφυγαν νωρίς από τη ζωή, μας είπαν η Βούλα Σκαμνέλου και ο Γιώργος Μάκης.
Φοιτήτρια της Φιλοσοφικής στα Γιάννενα η Βούλα Σκαμνέλου ξετυλίγει το κουβάρι των γεγονότων που οδήγησαν στα γεγονότα του Πολυτεχνείου.
Από αριστερή οικογένεια, κόρη αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης, με το που πέρασε στο Πανεπιστήμιο το 1969 ήρθε σε επαφή με συμφοιτητές της, επίσης με αριστερή καταγωγή, και θυμάται:
«Αρχισαν να δημιουργούνται μικροί πυρήνες φοιτητών, που είχαν κοινό χαρακτηριστικό την αριστερή προέλευση, και ασχολούμασταν με τον πολιτισμό.
Η πιο συνειδητοποιημένη από όλους ήταν η Πόπη Βουτσινά, από τη Λευκάδα, φοιτήτρια της Φιλοσοφικής στο ίδιο έτος, μια πολύ ωραία και γοητευτική κοπέλα που συνδύαζε την ομορφιά με την αγωνιστικότητα. Αυτή πρωταγωνιστεί και γίνεται η ψυχή του φοιτητικού κινήματος.
Το φθινόπωρο του 1972 τοιχοκόλλησε στο Πανεπιστήμιο ένα χαρτί με το οποίο ζητούσε να παραταθεί η προθεσμία εγγραφής των φοιτητών. Οχι μόνο δεν έγινε δεκτό το αίτημά της, αλλά την κάλεσαν σε απολογία και την παρέπεμψαν στο Πειθαρχικό. Το κείμενο της απολογίας της ήταν συγκλονιστικό.
Την ίδια εποχή ο φοιτητής Φιλολογίας Σταύρος Κουρεμένος σκίζει επιδεικτικά ένα ψηφοδέλτιο και παραπέμπεται κι αυτός στο Πειθαρχικό, ενώ νωρίτερα έχει παραπεμφθεί ο καθηγητής Φάνης Κακριδής.
Τον Φεβρουάριο του 1973 έγιναν τα πειθαρχικά για τη Βουτσινά και τον Κουρεμένο: περίπου 150 φοιτητές συγκεντρώνονται έξω από την αίθουσα συνεδρίασης για συμπαράσταση, φωνάζουν συνθήματα όπως "κάτω η χούντα", "θέλουμε δημοκρατία" και αυτή είναι μια πρώτη αντιδικτατορική διαδήλωση, καθώς βγήκαμε και στην πόλη και κάναμε πορεία. Δεν μας χτύπησαν, αλλά οι ασφαλίτες μάς παρακολουθούσαν στενά και μας απειλούσαν. Προγραμματίσαμε συγκέντρωση και για την επόμενη μέρα, αλλά την απαγόρεψαν και δεν έγινε.
Την άνοιξη του 1973 συγκεντρώσαμε 150 υπογραφές σε κείμενο με αίτημα τη σύγκληση γενικής συνέλευσης του συλλόγου. Η χούντα αντέδρασε με προσαγωγές στην Ασφάλεια, απειλές, συστάσεις και στράτευση φοιτητών.
Σημαντικό ρόλο εκείνη την περίοδο έπαιξαν τρία περιοδικά. "Σηματωρός", με εκδότη τον Παναγιώτη Νούτσο, η "Λέξις", με εκδότη τον Νίκο Μουλακάκη και η "Δοκιμασία" με εκδότη τον Γιάννη Δάλλα.
Ο Πέτρος Ευθυμίου ίδρυσε, μαζί με άλλους φοιτητές, κινηματογραφική λέσχη στα Γιάννενα και μας έφερνε νέα από την Αθήνα.
Ταυτόχρονα ήμασταν σε συνεχή επαφή με το αριστερό αντιστασιακό κίνημα στα Γιάννενα, που εκπροσωπούσαν ο Αλέκος Σόφης (η χούντα τον βρήκε δήμαρχο Ιωαννίνων το 1967 και τον φυλάκισε), ο Λαοκράτης Βάσσης, ο Γιώργος Μακρής, ο Γιώργος Μάκης, ο Λάκης Παπαϊωάννου κ.ά.
Η Πόπη Βουτσινά και ο Νίκος Ράπτης ταξίδεψαν αεροπορικώς στην Αθήνα. Στο αεροδρόμιο τούς συνέλαβαν άνδρες της ΕΣΑ, τους οδήγησαν στα κρατητήρια, όπου υπέστησαν άγρια βασανιστήρα, αλλά δεν λύγισαν, ούτε μίλησαν. Γι' αυτή τη στάση της ο Δημήτρης Μαρωνίτης είχε αποκαλέσει, αργότερα, τη Βουτσινά "Μικρή Αντιγόνη".
Μάθαμε τηλεφωνικά για την κατάληψη στο Πολυτεχνείο στην Αθήνα και νιώσαμε ότι κάτι έπρεπε να κάνουμε κι εμείς. Ολη τη νύχτα δεν κοιμηθήκαμε και αποφασίσαμε την επομένη το πρωί να κάνουμε συγκέντρωση συμπαράστασης. Δεν μας άφησαν να μπούμε στη Φιλοσοφική Σχολή, κλείδωσαν τις πόρτες και συγκεντρωθήκαμε απέξω φωνάζοντας αντιχουντικά συνθήματα και τραγουδώντας. Μας μίλησε ο Πέτρος Ευθυμίου και στη συνέχεια κάναμε πορεία στην πόλη.
Το βράδυ της ίδιας μέρας άρχισαν οι συλλήψεις.
Χτύπησαν το σπίτι μου αργά το βράδυ και ήρθε να με πιάσει ένας από τους χαφιέδες που με παρακολουθούσαν. Του άνοιξε ο πατέρας μου και ο χαφιές τού είπε: «Αν θέλεις να ξαναδείς την κόρη σου, να της πεις να τα μαρτυρήσει όλα».
Του πατέρα μου του βγήκε το αντάρτικο και αντιστασιακό πνεύμα και του απάντησε: "Κοίταξε να δεις: Αν της πειράξεις έστω και μία τρίχα από τα μαλλιά της, όπου και να πας, δεν πρόκειται να κρυφτείς. Θα σε βρω και αλίμονό σου".
Ημουν μαθήτρια στην πρώτη Λυκείου, όταν πήραν τον πατέρα μου για εξορία. Ηταν Μεγάλη Παρασκευή, ο πατέρας μου ήταν ράφτης, του έμειναν όλα τα κουστούμια απούλητα και δεν είχαμε δεκάρα τσακιστή στην οικογένεια.
Αυτή τη φορά έπιασαν εμένα. Με πήγαν στην Ασφάλεια, με απείλησαν "αν δεν μας πεις, θα σε πάμε στην ΕΣΑ και θα πάθεις ό,τι έπαθε η Βουτσινά", με κράτησαν όλη τη νύχτα και το πρωί με άφησαν ελεύθερη.
Σκέφτομαι το φόβο που ένιωσα ερχόμενη αντιμέτωπη με έναν μηχανισμό που μπορεί να σε συλλαμβάνει, να σε απειλεί και να σε συντρίβει».
Γιώργος Μάκης «Νιώσαμε ότι κάτι έπρεπε να κάνουμε κι εμείς»
Φοιτήτρια της Φιλοσοφικής στα Γιάννενα η Βούλα Σκαμνέλου ξετυλίγει το κουβάρι των γεγονότων που οδήγησαν στα γεγονότα του Πολυτεχνείου.
Από αριστερή οικογένεια, κόρη αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης, με το που πέρασε στο Πανεπιστήμιο το 1969 ήρθε σε επαφή με συμφοιτητές της, επίσης με αριστερή καταγωγή, και θυμάται:
«Αρχισαν να δημιουργούνται μικροί πυρήνες φοιτητών, που είχαν κοινό χαρακτηριστικό την αριστερή προέλευση, και ασχολούμασταν με τον πολιτισμό.
Η πιο συνειδητοποιημένη από όλους ήταν η Πόπη Βουτσινά, από τη Λευκάδα, φοιτήτρια της Φιλοσοφικής στο ίδιο έτος, μια πολύ ωραία και γοητευτική κοπέλα που συνδύαζε την ομορφιά με την αγωνιστικότητα. Αυτή πρωταγωνιστεί και γίνεται η ψυχή του φοιτητικού κινήματος.
Το φθινόπωρο του 1972 τοιχοκόλλησε στο Πανεπιστήμιο ένα χαρτί με το οποίο ζητούσε να παραταθεί η προθεσμία εγγραφής των φοιτητών. Οχι μόνο δεν έγινε δεκτό το αίτημά της, αλλά την κάλεσαν σε απολογία και την παρέπεμψαν στο Πειθαρχικό. Το κείμενο της απολογίας της ήταν συγκλονιστικό.
Την ίδια εποχή ο φοιτητής Φιλολογίας Σταύρος Κουρεμένος σκίζει επιδεικτικά ένα ψηφοδέλτιο και παραπέμπεται κι αυτός στο Πειθαρχικό, ενώ νωρίτερα έχει παραπεμφθεί ο καθηγητής Φάνης Κακριδής.
Τον Φεβρουάριο του 1973 έγιναν τα πειθαρχικά για τη Βουτσινά και τον Κουρεμένο: περίπου 150 φοιτητές συγκεντρώνονται έξω από την αίθουσα συνεδρίασης για συμπαράσταση, φωνάζουν συνθήματα όπως "κάτω η χούντα", "θέλουμε δημοκρατία" και αυτή είναι μια πρώτη αντιδικτατορική διαδήλωση, καθώς βγήκαμε και στην πόλη και κάναμε πορεία. Δεν μας χτύπησαν, αλλά οι ασφαλίτες μάς παρακολουθούσαν στενά και μας απειλούσαν. Προγραμματίσαμε συγκέντρωση και για την επόμενη μέρα, αλλά την απαγόρεψαν και δεν έγινε.
Την άνοιξη του 1973 συγκεντρώσαμε 150 υπογραφές σε κείμενο με αίτημα τη σύγκληση γενικής συνέλευσης του συλλόγου. Η χούντα αντέδρασε με προσαγωγές στην Ασφάλεια, απειλές, συστάσεις και στράτευση φοιτητών.
Σημαντικό ρόλο εκείνη την περίοδο έπαιξαν τρία περιοδικά. "Σηματωρός", με εκδότη τον Παναγιώτη Νούτσο, η "Λέξις", με εκδότη τον Νίκο Μουλακάκη και η "Δοκιμασία" με εκδότη τον Γιάννη Δάλλα.
Ο Πέτρος Ευθυμίου ίδρυσε, μαζί με άλλους φοιτητές, κινηματογραφική λέσχη στα Γιάννενα και μας έφερνε νέα από την Αθήνα.
Ταυτόχρονα ήμασταν σε συνεχή επαφή με το αριστερό αντιστασιακό κίνημα στα Γιάννενα, που εκπροσωπούσαν ο Αλέκος Σόφης (η χούντα τον βρήκε δήμαρχο Ιωαννίνων το 1967 και τον φυλάκισε), ο Λαοκράτης Βάσσης, ο Γιώργος Μακρής, ο Γιώργος Μάκης, ο Λάκης Παπαϊωάννου κ.ά.
Η Πόπη Βουτσινά και ο Νίκος Ράπτης ταξίδεψαν αεροπορικώς στην Αθήνα. Στο αεροδρόμιο τούς συνέλαβαν άνδρες της ΕΣΑ, τους οδήγησαν στα κρατητήρια, όπου υπέστησαν άγρια βασανιστήρα, αλλά δεν λύγισαν, ούτε μίλησαν. Γι' αυτή τη στάση της ο Δημήτρης Μαρωνίτης είχε αποκαλέσει, αργότερα, τη Βουτσινά "Μικρή Αντιγόνη".
Μάθαμε τηλεφωνικά για την κατάληψη στο Πολυτεχνείο στην Αθήνα και νιώσαμε ότι κάτι έπρεπε να κάνουμε κι εμείς. Ολη τη νύχτα δεν κοιμηθήκαμε και αποφασίσαμε την επομένη το πρωί να κάνουμε συγκέντρωση συμπαράστασης. Δεν μας άφησαν να μπούμε στη Φιλοσοφική Σχολή, κλείδωσαν τις πόρτες και συγκεντρωθήκαμε απέξω φωνάζοντας αντιχουντικά συνθήματα και τραγουδώντας. Μας μίλησε ο Πέτρος Ευθυμίου και στη συνέχεια κάναμε πορεία στην πόλη.
Το βράδυ της ίδιας μέρας άρχισαν οι συλλήψεις.
Χτύπησαν το σπίτι μου αργά το βράδυ και ήρθε να με πιάσει ένας από τους χαφιέδες που με παρακολουθούσαν. Του άνοιξε ο πατέρας μου και ο χαφιές τού είπε: «Αν θέλεις να ξαναδείς την κόρη σου, να της πεις να τα μαρτυρήσει όλα».
Του πατέρα μου του βγήκε το αντάρτικο και αντιστασιακό πνεύμα και του απάντησε: "Κοίταξε να δεις: Αν της πειράξεις έστω και μία τρίχα από τα μαλλιά της, όπου και να πας, δεν πρόκειται να κρυφτείς. Θα σε βρω και αλίμονό σου".
Ημουν μαθήτρια στην πρώτη Λυκείου, όταν πήραν τον πατέρα μου για εξορία. Ηταν Μεγάλη Παρασκευή, ο πατέρας μου ήταν ράφτης, του έμειναν όλα τα κουστούμια απούλητα και δεν είχαμε δεκάρα τσακιστή στην οικογένεια.
Αυτή τη φορά έπιασαν εμένα. Με πήγαν στην Ασφάλεια, με απείλησαν "αν δεν μας πεις, θα σε πάμε στην ΕΣΑ και θα πάθεις ό,τι έπαθε η Βουτσινά", με κράτησαν όλη τη νύχτα και το πρωί με άφησαν ελεύθερη.
Σκέφτομαι το φόβο που ένιωσα ερχόμενη αντιμέτωπη με έναν μηχανισμό που μπορεί να σε συλλαμβάνει, να σε απειλεί και να σε συντρίβει».
Γιώργος Μάκης «Νιώσαμε ότι κάτι έπρεπε να κάνουμε κι εμείς»
Ο Γιώργος Μάκης ήταν ο σύνδεσμος του αντιστασιακού κινήματος των Ιωαννίνων με τους καθηγητές και τους φοιτητές του Πανεπιστημίου.
Το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 τον βρήκε στα Γιάννενα. Ηθελε ένα μάθημα να πάρει πτυχίο της Νομικής στην Αθήνα, ήταν πρόεδρος του Πανηπειρωτικού Συλλόγου Φοιτητών Αθηνών και θυμάται:
«Στις 11 το πρωί της 21ης Απριλίου 1967 έγινε η πρώτη αντιχουντική διαδήλωση, σε πανελλαδικό επίπεδο, στα Γιάννενα. Κάναμε πορεία από το Πανεπιστήμιο μέχρι την κεντρική πλατεία, τραγουδήσαμε "πότε θα κάνει ξαστεριά" και τον Εθνικό Υμνο και διαλυθήκαμε γρήγορα γιατί μας είχαν περικυκλώσει οι ασφαλίτες. Από τους διοργανωτές ήμασταν εγώ και ο Λαοκράτης Βάσσης, φοιτητής στη Φιλοσοφική Ιωαννίνων τότε. Το ίδιο βράδυ μάς έπιασαν και τους δύο, όπως και τον Αλέκο Σόφη. Πέρασα τέσσερα στρατοδικεία και με πήγαν στις Φυλακές Ιωαννίνων, Τρικάλων και Αβέρωφ.
Το 1971 επέστρεψα στα Γιάννενα, δικηγόρος πλέον, και πιάσαμε τις παλιές παρέες. Στα γεγονότα του Πολυτεχνείου ο Αλέκος Σόφης ήταν στην Αθήνα και κάθε δέκα λεπτά μού τηλεφωνούσε και μου έβαζε να ακούσω τον ραδιοφωνικό σταθμό των εξεγερμένων φοιτητών. Εμαθα τι συνέβαινε και προέτρεψα τους φοιτητές στα Γιάννενα να κάνουν κάτι και αυτοί.
Ηθελα τόσο πολύ να πάω στην Αθήνα, που τα ξημερώματα ξεκινήσαμε με το αυτοκίνητό μου, μαζί με τον μακαρίτη Μπιστικίδη. Μόλις φτάσαμε περίπου δέκα χιλιόμετρα έξω από τα Γιάννενα μάθαμε ότι κηρύχθηκε στρατιωτικός νόμος, απαγορεύτηκε κάθε μετακίνηση και γυρίσαμε πίσω».
Ο Γιώργος Μάκης και η Βούλα Σκαμνέλου γνωρίζονταν οικογενειακά από μικρά παιδιά. Οταν τον συνέλαβαν το 1967, μαθήτρια η Βούλα είχε περάσει έξω από τις φυλακές και είχε φωνάξει «κρατάτε παιδιά, σας αγαπώ». Στη διάρκεια των σπουδών της γνωρίστηκαν περισσότερο, αφού ο Γιώργος λειτουργούσε ως σύνδεσμος και λίγο αργότερα μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου παντρεύτηκαν.
Κάθε χρόνο τέτοια εποχή αντιστασιακοί των Ιωαννίνων συναντώνται και μαθαίνουν νέα πράγματα. Με τέτοια ευκολία, όπως στη συζήτηση που είχαμε με τον Γιώργο Μάκη στα Γιάννενα, μας πλησίασε ο συνταξιούχος δάσκαλος Γρηγόρης Μαργώνης και μας διηγήθηκε πώς η χούντα τον απέβαλε από την Παιδαγωγική Σχολή το 1967.
Το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 τον βρήκε στα Γιάννενα. Ηθελε ένα μάθημα να πάρει πτυχίο της Νομικής στην Αθήνα, ήταν πρόεδρος του Πανηπειρωτικού Συλλόγου Φοιτητών Αθηνών και θυμάται:
«Στις 11 το πρωί της 21ης Απριλίου 1967 έγινε η πρώτη αντιχουντική διαδήλωση, σε πανελλαδικό επίπεδο, στα Γιάννενα. Κάναμε πορεία από το Πανεπιστήμιο μέχρι την κεντρική πλατεία, τραγουδήσαμε "πότε θα κάνει ξαστεριά" και τον Εθνικό Υμνο και διαλυθήκαμε γρήγορα γιατί μας είχαν περικυκλώσει οι ασφαλίτες. Από τους διοργανωτές ήμασταν εγώ και ο Λαοκράτης Βάσσης, φοιτητής στη Φιλοσοφική Ιωαννίνων τότε. Το ίδιο βράδυ μάς έπιασαν και τους δύο, όπως και τον Αλέκο Σόφη. Πέρασα τέσσερα στρατοδικεία και με πήγαν στις Φυλακές Ιωαννίνων, Τρικάλων και Αβέρωφ.
Το 1971 επέστρεψα στα Γιάννενα, δικηγόρος πλέον, και πιάσαμε τις παλιές παρέες. Στα γεγονότα του Πολυτεχνείου ο Αλέκος Σόφης ήταν στην Αθήνα και κάθε δέκα λεπτά μού τηλεφωνούσε και μου έβαζε να ακούσω τον ραδιοφωνικό σταθμό των εξεγερμένων φοιτητών. Εμαθα τι συνέβαινε και προέτρεψα τους φοιτητές στα Γιάννενα να κάνουν κάτι και αυτοί.
Ηθελα τόσο πολύ να πάω στην Αθήνα, που τα ξημερώματα ξεκινήσαμε με το αυτοκίνητό μου, μαζί με τον μακαρίτη Μπιστικίδη. Μόλις φτάσαμε περίπου δέκα χιλιόμετρα έξω από τα Γιάννενα μάθαμε ότι κηρύχθηκε στρατιωτικός νόμος, απαγορεύτηκε κάθε μετακίνηση και γυρίσαμε πίσω».
Ο Γιώργος Μάκης και η Βούλα Σκαμνέλου γνωρίζονταν οικογενειακά από μικρά παιδιά. Οταν τον συνέλαβαν το 1967, μαθήτρια η Βούλα είχε περάσει έξω από τις φυλακές και είχε φωνάξει «κρατάτε παιδιά, σας αγαπώ». Στη διάρκεια των σπουδών της γνωρίστηκαν περισσότερο, αφού ο Γιώργος λειτουργούσε ως σύνδεσμος και λίγο αργότερα μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου παντρεύτηκαν.
Κάθε χρόνο τέτοια εποχή αντιστασιακοί των Ιωαννίνων συναντώνται και μαθαίνουν νέα πράγματα. Με τέτοια ευκολία, όπως στη συζήτηση που είχαμε με τον Γιώργο Μάκη στα Γιάννενα, μας πλησίασε ο συνταξιούχος δάσκαλος Γρηγόρης Μαργώνης και μας διηγήθηκε πώς η χούντα τον απέβαλε από την Παιδαγωγική Σχολή το 1967.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου