Παραθέτουμε απόσπασμα απ’ την έκδοση του Συνδέσμου Συρρακιωτών Ιωαννίνων «Τραγούδια του Συρράκου» που επιμελήθηκε ο μουσικός και μελετητής παραδοσιακής μουσικής και τραγουδιού κος Γιώργος Μπέλλος.
Είναι περίεργο φαινόμενο ότι τα βλάχικα τραγούδια είναι λίγα, 6 τον αριθμό όλα κι όλα, τα: «Νου τι ρίντι φιάτα νίκα», «Ντι κου νίκα», «Ντούσι γιάνλου πούνου λα όι», «Βίνι ουάρα σι φουτζί μου», «Ντόου φιάτι», «Βούλω Τσιβούλω». Είναι τραγούδια γενικά γνωστά και στους υπόλοιπους βλάχους της Πίνδου (Μέτσοβο, Βωβούσα, Περιβόλι, Σαμαρίνα κτλ) με παραλλαγές στην μουσική και στον στίχο. Ένα έβδομο τραγούδι το «Νοβίνη Μάρτζο Πλόερος» είναι νεώτερο, επώνυμη δημιουργία από τον Αθανάσιο Γκαρτζονίκα ο οποίος δούλεψε και ως τραγουδιστής, στα 1970 περίπου. Ο Νίκος Γεροδήμος αναφέρει και το «Μαρία τζιν λα μούμι», δεν το ανέφερε όμως κανένας άλλος πληροφορητής ούτε υπάρχει ηχογραφημένο σε έκδοση του Συνδέσμου ούτε σε κασέτα από πανηγύρι ή γλέντι. Τα τραγούδια των βλάχων της Πίνδου είναι διαφορετικά από τα Φαρσαριώτικα, τα τραγούδια των Αρβανιτόβλαχων. Δεν μοιάζουν ούτε με τα τραγούδια των βλάχων της Βέροιας ούτε με τα τραγούδια των βλάχων της Μακεδονίας (Σέρρες). Διαφορές υπάρχουν και στο μουσικό ύφος. Στο Μέτσοβο το τραγούδι «Ντι κου νίκα» είναι συγκαθιστό, ενώ στο Συρράκο συρτό, όπως το έχει ηχογραφήσει και σε σόλο κλαρίνο ο Νίκος Καρακώστας ήδη στα 1935 με τίτλο: «Μαντικουνίκα ταγαπσί».
Το ότι υπάρχουν λίγα μόνο βλάχικα τραγούδια, μάλλον είναι απόρροια του γεγονότος ότι οι Συρρακιώτες για περισσότερο από 100 χρόνια είναι αποκομμένοι από τους Βλάχους της Βόρειας Πίνδου και μετακινούνται νότια. Αποτέλεσμα είναι να χάσουν την βλάχικη παράδοση. Τα βλάχικα τραγούδια που λέγονται στο Συρράκο σήμερα μάλλον είναι νεώτερα αντιδάνεια από τους υπόλοιπους βλάχους και τα μετέφερναν οι μουσικοί. Όταν ένας βλάχος μουσικός από το Μέτσοβο βρίσκεται στους Καλαρρύτες και συνεργάζεται με τους ντόπιους μουσικούς (Νταής Βελισσάρης), αυτός είναι φορέας μουσικής παράδοσης από έναν τόπο σ’ έναν άλλο. Ή και αν υπήρχαν κατάλοιπα από την βλάχικη παράδοση, αυτά έχουν εξαφανιστεί κάτω από τις επιδράσεις των άλλων Βλάχων. Το τραγούδι «Νου τι ρίντι φιάτα νίκα» παράδειγμα σώζεται στο Συρράκο με 18 μόνο στίχους όταν στο Μέτσοβο είναι καταγραμμένο με περισσότερους από 100. Ακόμα οι μουσικοί προσαρμόζουν τα βλάχικα τραγούδια στο ύφος των υπόλοιπων τραγουδιών του Συρράκου. Η ελληνική επιρροή είναι φανερή στα βλάχικα τραγούδια, δεν αποκλείεται και το αντίστροφο, δεν υπάρχουν όμως επαρκή στοιχεία στο Συρράκο. Έτσι και οι γυναίκες (*) γνώριζαν μουσικά τα βλάχικα τραγούδια, μπέρδευαν όμως η μία με την άλλη τα λόγια και την σειρά και καθώς και ο γράφων δεν γνωρίζει την βλάχικη γλώσσα δεν ήταν εφικτή η καταγραφή τους εκτός από το «Νου τι ρίντι φιάτα νίκα» όπου επιτεύχθει συμφωνία μεταξύ των κυριών για τα λόγια. Μουσικά τα βλάχικα τραγούδια έρχονταν στο ύφος που κατά καιρούς έχει αποτυπωθεί στην δισκογραφία. Οι κυρίες ανέφεραν ότι παρόλο που στις οικογένειές τους μιλούσαν τα βλάχικα ως πρώτη γλώσσα όμως δεν τραγούδαγαν στα βλάχικα αλλά μόνο στα ελληνικά.
(*) Ο μουσικός μελετητής αναφέρεται στην γυναικεία ομάδα Παραδοσιακού Τραγουδιού του Συνδέσμου Συρρακιωτών Ιωαννίνων
Ο Γιώργος Μπέλλος παίζει παραδοσιακά πνευστά όργανα: κλαρίνο, φλογέρες, καβάλι κ.ά. Μουσικολογικές του εργασίες έχουν δημοσιευτεί στα βιβλία-ένθετα των CD που παρουσιάζουν την φωνητική παράδοση των Ιωαννίνων: «Ζίτσα, Καταγραφές τραγουδιών και χορών περιοχής Ζίτσας», «Μελίσματα και τραγουδίσματα από την Αμπελιά», «Πογδόριανη, Καταγραφές παραδοσιακών τραγουδιών στον Παρακάλαμο» και «Καρίτσα, Καταγραφές τραγουδιών-Ιστορικών στοιχείων».
Ασχολείται με την έρευνα και καταγραφή, έχει επιμεληθεί και παρουσιάσει εκπομπές λαογραφίας σε τοπικά Ραδιόφωνα και τηλεόραση (1989-2002), έχει εισηγηθεί σε σεμινάρια και συνέδρια, έχει δημοσιεύσει και έχει ασχοληθεί με γυναικείες ομάδες παραδοσιακού τραγουδιού.
Ενδιαφέρουσες και χρήσιμες πληροφορίες για μια ξεχωριστή περιοχή, έτσι όπως μόνο η μουσική μπορεί να τις αποκρυπτογραφήσει, εάν φυσικά ξεφύγει κανείς από τα δασκαλίστικα κλισέ που αναπαράγουν σύλλογοι, πρόεδροι, δημοσιογράφοι και πολιτικοί. Συγχαρητήρια στους συντελεστές και τους δημιουργούς της έκδοσης. Σ' ευχαριστούμε Συρρακιώτη για όσα μας προσφέρεις στο ιστολόγιό σου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣεβαστές οι απόψεις του κου Μπέλλιου, αλλά αμάρτυρες, όσο κι αβασάνιστες...
ΑπάντησηΔιαγραφήΚατ'αρχάς τα βλαχόφωνα τραγούδια πρέπει να καταγράφονται, όσα κι όπου υπάρχουν. Ακόμα κι αν είναι προϊόντα της ρουμάνικης προπαγάνδας, ώστε ακριβώς να ξέρουμε περί τίνος πρόκειται.
Παραγνωρίζουν πολλοί τη συμβολή της τελευταίας στην αρθρόα παραγωγή βλαχόφωνων τραγουδιών αθώων ή και με πολιτικά ακόμη μηνύματα ή μεταγλωττίσεως ήδη υπαρχόντων βλάχικων τραγουδιών με ελληνικό στίχο (πχ. Σμαήλ αγάς και του Γκόγκου Μίσιου ή ακόμη του Κίτσιου η μάνα[!]), ώστε να καταδειχθεί μια επίπλαστη υπέρογκη παρουσία αρμάνικης ποιητικής παράδοσης, σε συνδυασμό έναν υποτιθέμενο εξελληνισμό των βλάχων. Όχι πως δεν υπήρχε τέτοια παραγωγή ποίησης τα βλάχικα, αλλά όχι στο βαθμό και την λογοτεχνική αρτιότητητα που προέκυψε με την έξαρση της προπαγάνδας.
Στα δε βλαχοχώρια της Β. Πίνδου (νομού Γρεβενών) περί το 90% των τραγουδιών είναι με ελληνικό στίχο. Πιθανότατα να διαφοροποιείται τούτο στους Ρεμένους (Αρβαντόβλαχους).
Και βέβαια για να είναι ένα τραγούδι βλάχικο δεν είναι απαραίτητο να είναι αποκλειστικά βλαχόφωνο.
Επειδή ακριβώς στους τρανούς χορούς των βλαχοχωρίων των Γρεβενών (Βόρειας Πίνδου) ο στίχος είναι Ελληνικός, είναι λιγότερο βλάχικοι οι χοροί αυτοί;
Επίσης στα βλαχοχώρια τόσο των Γρεβενών, όσο και του Ασπροποτάμου, αλλά και του Βερμίου έχουν καταγραφεί ήδη από τις αρχές του 1900 γυναίκες αποκλειστικά βλαχόφωνες να τραγουδούν τα ελληνόφωνα βλάχικα τραγούδια μήτε γνωρίζοντας Ελληνικά, ούτε κατανοώντας τι τραγουδούνε...
Στη δε Σμίξη, το μόνο βλαχοχώρι των Γρεβενών που απέτυχε παταγωδώς η ρωμουνική προπαγάνδα, δε σώθηκαν βλαχόφωνα τραγούδια....
Σμιξιώτης
Πολύ σωστή, κατά την γνώμη μου, η άποψη του ανώνυμου σμιξιώτη (28 Ιουνίου 2014) 'Σμιξιώτη'. Μια εξαιρετική δουλειά έκανε ο βαλκανολόγος- Ρομανιστής, Αχιλλέας Λαζάρου, με τίτλο ΄το βλάχικο Δημοτικό τραγούδι" ( μάλλον βρίσκεται σε τεύχος της Ηπειρωτικής Εστίας'. Έκανε αυτή την εργασία γιατί τα τελευταία χρόνια εκδίδονταν συλλογές τραγουδιών μόνο με βλάχικο στίχο με προφανή προπαγανδιστικό σκοπό υπέρ μόνο της βλαχοφωνίας των τραγουδιών των Βλάχων μας. Θεωρώ ότι έβαλε τα πράγματα στην σειρά τους με τον δικό του τρόπο. Καλή δουλειά τα τελευταία χρόνια έκανε και η εθνομουσικολόγους Αθηνά Κατσανεβάκη με επιστημονικό τρόπο. Η άποψή της σε γενικές γραμμές (σ.σ. δική μου διατύπωση) είναι ότι, μέσα στο διάβα των αιώνων και ανθρωπογεωγραφικά, οι βλάχοι πρέπει να τραγουδούσαν και σε ελληνικό και σε βλάχικο στίχο με υπέρτερο σε ποσοστό τον ένα τρόπο ή τον άλλον στον χώρο και στον χρόνο. . Η Βέροια τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει αρκετά βλαχόφωνα τραγούδια λόγω της βούλησης μερίδας ανθρώπων για αυτό το πράγμα. Η κίνηση αυτή, όμως δεν έγινε μέσα σε ένα φυσιολογικό πλαίσιο παραδοσιακής εξέλιξης. Οπως, δηλαδή γινόταν παλιά μέσα στον παραδοσιακό χρόνο 'γέννησης΄ & δημιουργίας ενός δημοτικού τραγουδιού. Σε αυτό βοήθησε πολύ η σύγχρονη τεχνολογία (ΜΜΕ. ΜΚΔ κλπ).
Διαγραφή