Ο χιονισμένος Αι-Λιάς στο Συρράκο |
Απο τα ΑΠΑΝΤΑ του ΚΩΣΤΑ ΚΡΥΣΤΑΛΛΗ
"Χαραυγούλα της Πρωτοχρονιάς"
Μότυχε να περάσω την ημέρα της πρωτοχρονιάς σε πολλά μέρη της Ηπείρου. Κι ολούθε έβλεπα γιορτές χαρούμενες κι άκουγα τραγούδια εύμορφα – πολύ εύμορφα- λογιών λογιών. Όμως δεν άκουσα αλλού πουθενά σαν το τραγούδι που άκουσα σ’ ένα χωριό του Σουλιού. Το μολογάω και θα τα’ ομολογώ πάντοτε.
Όταν τα’ άκουσα να το τραγουδούν τα παιδιά σπίτι σε σπίτι και αργαστήρι σ’ αργαστήρι, μου φάνηκε τόσο θλιβερό, τόσο παραπονιάρικο, που με πήραν τα κλάματα και δεν έβαλα το νου μου να τα’ ακούσω καλά και να το μάθω απ’ όξω όλο. Δεν ήτον τραγούδι χαρούμενο, πρωτοχρονιάτικο. Κι ο αχός του ακόμα, κι αυτός έρχονταν λυπητερός και βραχνός, κι εξύπναγε τον πόνο μεσ’ την καρδιά του ανθρώπου. Δεν ήταν χαρούμενο…. Αλλά και ποιο τραγούδι είναι χαρούμενο στη σκλαβωμένη γη;
Ήθελα να σας το πω όλο, όπως τόλεγαν με στίχους, αλλά δεν το θυμάμαι. Θα σας πώ με λίγα λόγια απλά απάνω κάτω τι έλεγε.
Θυμούμαι μόνο καλά πως τόλεγαν Χαραυγούλα της Πρωτοχρονιάς.
«Είκοσι χρόνια πέρασαν από τότε.
Ήταν νύχτα κι εξημέρωνε η Πρωτοχρονιά. Αλλού σ’ άλλα χωριά και στις μεγάλες πολιτείες, στα Γιάννινα, στην Αθήνα και στην Πόλη με την Αγιά-Σοφιά, κάθε οικοκυρά την νύχτα εκείνη, ετοίμαζε την Αγιοβασιλιάτικη πίτα της παχειά-παχειά με την ασημένια μονέδα της τύχης μέσα κάθε λεβέντης και κάθε νιά εσιδέρωναν τες καλύτερες φορεσιές τους κάθε μικρό παιδί κοιμισμένο κοντά στη φωτιά και χορτασμένο από χίλια κιλά ονειρεύονταν γλυκά γλυκά το πρωτοχρονιάτικο δώρο, που θα του χάριζαν οι γονείς του και οι συγγενείς και κάθε καλός νοικοκύρης ελογάριαζε τα κέρδα ή τις ζημιές που τάφηκε ο χρόνος, που ξεψύχαε την νύχτα αυτή. Άλλοι εξενύχτιζαν με τα παιχνίδια της τύχης. Στο χωριό το δικό μας μοναχά κανέν’ απ’ αυτά δεν...