Μια πολύ ενδιαφέρουσα επιστολή, δημοσίευσε ο Πρόεδρος του Συλλόγου Λιβαδιωτών Θεσσαλονίκης "Ο Γεωργάκης Ολύμπιος", Αρχιτέκτων-Πολεοδόμος, Πανεπιστημιακός - Πολυτεχνική Σχολή του Α.Π.Θ.
Γιώργος Συνεφάκης. Αφορμή οι διάφορες τοποθετήσεις Βλάχων στον διαδικτυακό τόπο όσον αφορά την Βλαχοφωνία Ελλήνων. Αποτελεί κυρίως μία παρέμβαση σε σχέση με τις αναρτήσεις στο Φ/Μπ από διάφορες ομάδες που ασχολούνται με τους βλάχους
Του Γιώργου Συνεφάκη
Προς τις κυρίες και τους κυρίους που απαρτίζουν τις ομάδες των βλάχων ή που ασχολούνται γενικώς με τα συναφή θέματα.
Από τότε που συνδέθηκα με αυτές τις ομάδες στο F/B, συνάντησα ή και αντιμετώπισα δύο βασικές και κυρίαρχες λογικές που διέπουν τα μέλη τους, οι οποίες μπορούν, κατά τη γνώμη μου, να ταξινομηθούν πολύ επιγραμματικά σε δύο κατηγορίες:
Α) Τη λογική των ομάδων εκείνων που θεωρούν τον εαυτό τους βλαχόφωνους Έλληνες και
Β) Τη λογική των ομάδων εκείνων που θεωρούν τον εαυτό τους ελληνόφωνους Βλάχους
Η διαφορά είναι εμφανής. Είναι η εννοιολογική διαφορά μεταξύ ουσιαστικού και επιθέτου, δηλαδή (και με τον κίνδυνο να γίνω ανιαρός) : Ουσιαστικό είναι κάθε λέξη που δηλώνει πρόσωπο, ζώο, πράγμα ή αφηρημένη έννοια, ενώ Επίθετο είναι κάθε λέξη που δηλώνει ποιότητα ή ιδιότητα του ουσιαστικού, το οποίο προσδιορίζει.
Η πρώτη λοιπόν ομάδα θεωρεί το Έλληνας ουσιαστικό και το "βλάχος-βλαχόφωνος" επίθετο, έχει δε τα εξής χαρακτηριστικά:
1. Αποτελείται από ανθρώπους που εμφανίζονται να αγαπούν, έως και υπερβολικά, κάθε έκφανση του βλάχικου πολιτισμού, κυρίως των λαογραφικών του στοιχείων. Χρησιμοποιούν -όποτε τη χρησιμο-ποιούν- τη βλάχικη γλώσσα, όσοι την γνωρίζουν καλά, ως ένα δημιουργικό στοιχείο θαλπωρής και τρυφερής επικοινωνίας, πατώντας γερά στο πολιτιστικό υπόστρωμα της ελληνικής γλώσσας και του πολιτισμού μας εν γένει. Την χρησιμοποιούν παίζοντας και διασκεδάζοντας με τις λέξεις χαρωπά, γράφοντας την με ελληνική γραφή. Προσωπικά διακρίνω μία υγιή αγάπη για τη βλάχικη γλώσσα, με την οποία ενδεχομένως συγκινούνται και διασκεδάζουν συγχρόνως μιλώντας την ή γράφοντάς την. H βλάχικη, όπως γράφει ο T. Papahagi, ελληνικής καταγωγής και ακαδημαϊκός στην Aκαδημία του Bουκουρεστίου, "είναι ένα υδροχαρές φυτό σε νερά ελληνικά" (υπ’ όψη ότι ο Papahagi δεν εμφορούνταν από ιδιαίτερα φιλελληνικά αισθήματα).
Διακρίνω όμως και έναν υπερτονισμό της ελληνικότητάς μας, μία έντονη υπογράμμιση σε αυτήν, μία διαρκή και μεγάλη έμφαση στην επίκλησή της, η οποία κατά τη γνώμη μου ξεφεύγει από την νηφαλιότητα της αυτογνωσίας και την ιστορικά αποδεδειγμένη σιγουριά των καταβολών μας. Φυσικά δεν αναφέρομαι στις απαραίτητες και αναγκαίες απαντήσεις σε ανιστόρητες ή προβοκατόρικες παρεμβάσεις ορισμένων μελών της κατηγορίας Β των "ελληνοφώνων" βλάχων ή των βαλκάνιων συνοδοιπόρων τους. Αναφέρομαι σε μία γενικότερη ατμόσφαιρα που δημιουργείται, η οποία προβάλλει προς τα έξω μία εικόνα που προσομοιάζει περισσότερο σε μία νευρωτικής φύσης εμμονή προς απόδειξη αυταπόδεικτων πραγμάτων. Ανάλογα δε με τον τρόπο έκφρασης του κάθε παρεμβαίνοντος, προσεγγίζει πολλές φορές και τα όρια μίας οργισμένης εθνικιστικής και όχι μίας ήρεμης και ψύχραιμης πατριωτικής παρέμβασης. Ο πατριωτισμός δεν είναι εθνικισμός, κάθε άλλο θα έλεγα.
Θεωρώ ότι η ψύχραιμη, νηφάλια και ήρεμη γραπτή συμπεριφορά, επαυξάνει και το κύρος και την εμβέλεια των γραφομένων αυτής της ομάδας προς τους απλούς αναγνώστες ενός μέσου κοινωνικής δικτύωσης, όπως το f/b. Δεν πιστεύω ότι η διαρκής επανάληψη των ιδίων και ιδίων στοιχείων και κατ’ επέκταση και των ιδίων σχολίων, συμβάλλει θετικά στην αποθολοποίηση και αποσαφήνιση του τοπίου που έχει δημιουργηθεί εδώ μέσα. Μάλλον ενόχληση δημιουργεί και δεν είναι τυχαίο ότι συνδιαλέγονται επ’ αυτών των επαναλήψεων οι ίδιοι και οι ίδιοι άνθρωποι, μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού. Εξ άλλου, η κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση απαξιωτική συμπεριφορά προς τους "αντιπάλους" πολλές φορές λειτουργεί και αντίστροφα, διατηρώντας τους στην επικαιρότητα ενώ ήδη έχει ξεθωριάσει κατά πολύ η όποια τυχόν εμβέλεια του όποιου λόγου τους.
Από τότε που συνδέθηκα με αυτές τις ομάδες στο F/B, συνάντησα ή και αντιμετώπισα δύο βασικές και κυρίαρχες λογικές που διέπουν τα μέλη τους, οι οποίες μπορούν, κατά τη γνώμη μου, να ταξινομηθούν πολύ επιγραμματικά σε δύο κατηγορίες:
Α) Τη λογική των ομάδων εκείνων που θεωρούν τον εαυτό τους βλαχόφωνους Έλληνες και
Β) Τη λογική των ομάδων εκείνων που θεωρούν τον εαυτό τους ελληνόφωνους Βλάχους
Η διαφορά είναι εμφανής. Είναι η εννοιολογική διαφορά μεταξύ ουσιαστικού και επιθέτου, δηλαδή (και με τον κίνδυνο να γίνω ανιαρός) : Ουσιαστικό είναι κάθε λέξη που δηλώνει πρόσωπο, ζώο, πράγμα ή αφηρημένη έννοια, ενώ Επίθετο είναι κάθε λέξη που δηλώνει ποιότητα ή ιδιότητα του ουσιαστικού, το οποίο προσδιορίζει.
Η πρώτη λοιπόν ομάδα θεωρεί το Έλληνας ουσιαστικό και το "βλάχος-βλαχόφωνος" επίθετο, έχει δε τα εξής χαρακτηριστικά:
1. Αποτελείται από ανθρώπους που εμφανίζονται να αγαπούν, έως και υπερβολικά, κάθε έκφανση του βλάχικου πολιτισμού, κυρίως των λαογραφικών του στοιχείων. Χρησιμοποιούν -όποτε τη χρησιμο-ποιούν- τη βλάχικη γλώσσα, όσοι την γνωρίζουν καλά, ως ένα δημιουργικό στοιχείο θαλπωρής και τρυφερής επικοινωνίας, πατώντας γερά στο πολιτιστικό υπόστρωμα της ελληνικής γλώσσας και του πολιτισμού μας εν γένει. Την χρησιμοποιούν παίζοντας και διασκεδάζοντας με τις λέξεις χαρωπά, γράφοντας την με ελληνική γραφή. Προσωπικά διακρίνω μία υγιή αγάπη για τη βλάχικη γλώσσα, με την οποία ενδεχομένως συγκινούνται και διασκεδάζουν συγχρόνως μιλώντας την ή γράφοντάς την. H βλάχικη, όπως γράφει ο T. Papahagi, ελληνικής καταγωγής και ακαδημαϊκός στην Aκαδημία του Bουκουρεστίου, "είναι ένα υδροχαρές φυτό σε νερά ελληνικά" (υπ’ όψη ότι ο Papahagi δεν εμφορούνταν από ιδιαίτερα φιλελληνικά αισθήματα).
Διακρίνω όμως και έναν υπερτονισμό της ελληνικότητάς μας, μία έντονη υπογράμμιση σε αυτήν, μία διαρκή και μεγάλη έμφαση στην επίκλησή της, η οποία κατά τη γνώμη μου ξεφεύγει από την νηφαλιότητα της αυτογνωσίας και την ιστορικά αποδεδειγμένη σιγουριά των καταβολών μας. Φυσικά δεν αναφέρομαι στις απαραίτητες και αναγκαίες απαντήσεις σε ανιστόρητες ή προβοκατόρικες παρεμβάσεις ορισμένων μελών της κατηγορίας Β των "ελληνοφώνων" βλάχων ή των βαλκάνιων συνοδοιπόρων τους. Αναφέρομαι σε μία γενικότερη ατμόσφαιρα που δημιουργείται, η οποία προβάλλει προς τα έξω μία εικόνα που προσομοιάζει περισσότερο σε μία νευρωτικής φύσης εμμονή προς απόδειξη αυταπόδεικτων πραγμάτων. Ανάλογα δε με τον τρόπο έκφρασης του κάθε παρεμβαίνοντος, προσεγγίζει πολλές φορές και τα όρια μίας οργισμένης εθνικιστικής και όχι μίας ήρεμης και ψύχραιμης πατριωτικής παρέμβασης. Ο πατριωτισμός δεν είναι εθνικισμός, κάθε άλλο θα έλεγα.
Θεωρώ ότι η ψύχραιμη, νηφάλια και ήρεμη γραπτή συμπεριφορά, επαυξάνει και το κύρος και την εμβέλεια των γραφομένων αυτής της ομάδας προς τους απλούς αναγνώστες ενός μέσου κοινωνικής δικτύωσης, όπως το f/b. Δεν πιστεύω ότι η διαρκής επανάληψη των ιδίων και ιδίων στοιχείων και κατ’ επέκταση και των ιδίων σχολίων, συμβάλλει θετικά στην αποθολοποίηση και αποσαφήνιση του τοπίου που έχει δημιουργηθεί εδώ μέσα. Μάλλον ενόχληση δημιουργεί και δεν είναι τυχαίο ότι συνδιαλέγονται επ’ αυτών των επαναλήψεων οι ίδιοι και οι ίδιοι άνθρωποι, μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού. Εξ άλλου, η κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση απαξιωτική συμπεριφορά προς τους "αντιπάλους" πολλές φορές λειτουργεί και αντίστροφα, διατηρώντας τους στην επικαιρότητα ενώ ήδη έχει ξεθωριάσει κατά πολύ η όποια τυχόν εμβέλεια του όποιου λόγου τους.
2. Η δεύτερη ομάδα, η οποία θεωρεί το βλάχος ουσιαστικό και το «έλληνας-ελληνόφωνος» επίθετο, μπορεί να ταξινομηθεί σε τρεις υποκατηγορίες, οι οποίες έχουν τα εξής χαρακτηριστικά:
2.1 Η πρώτη περιλαμβάνει καλοπροαίρετους ανθρώπους, που από άγνοια είτε της ιστορίας, είτε των εννοιών της, διέπεται από μία σχηματοποιημένη, συγκεχυμένη και θολή άποψη περί πατρίδας, γένους, φυλής, καταγωγής ή ό,τι άλλο. Κατ’ επέκταση, εκφράζονται με πρόδηλα έντονο έως και φοβικό τρόπο για τα ζητήματα αυτά, ακολουθώντας τη λογική του δήθεν "παραγκωνισμένου ή παραγνωρισμένου ιστορικά" βλάχου. Μέσα στη σύγχυσή τους αυτή, ακολουθούν παρωπιδικά κάθε δήθεν "καλή και χαδιάρικη" κουβέντα την οποία εκστομίζουν πιασιάρικα οι άνθρωποι της δεύτερης υπο-ομάδας, που εκμεταλλεύονται τη θολή εικόνα που έχουν οι πρώτοι σχηματίσει στο μυαλό τους.
Γνώμη μου είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να αντιμετωπιστούν με ψυχραιμία, κυρίως και κατηγορηματικά όχι με ειρωνεία.
2.2 Η δεύτερη, αποτελείται από καλούς γνώστες της ιστορίας και των γεγονότων, αλλά πολύ "κακούς" ερμηνευτές της. Διακρίνονται από ευστροφία και αρκετά καλή γνώση των επικοινωνιακών κανόνων των κοινωνικών μέσων. Κατηγορούν σκοπίμως και διαρκώς τα αισθήματα του πατριωτισμού, θεωρώντας τα ως εθνικιστικά. Παίζουν έξυπνα με τη θολή εικόνα και τη σύγχυση που έχουν οι πολλοί ως προς το ζήτημα γλώσσας και εθνικότητας και προωθούν σημειωτόν τις θέσεις τους, χρησιμοποιώντας την κλασσική "επικοινωνιακή διγλωσσία - και με τον αστυφύλαξ και με τον χωροφύλαξ - πατήματα σε δύο βάρκες". Αξιοποιούν το πρόσχημα της διατήρησης της γλώσσας ως βασικού συνεκτικού ιστού των βλάχων, γράφουν σκοπίμως τα βλάχικα με λατινική γραφή, προχωρούν σε έντεχνα γλωσσικά συμπληρώματα και γλωσσικές κατασκευές με εμβόλια κυρίως λατινο-ρουμανικής προέλευσης, μιλούν για "μειονοτικές" γλώσσες αντί για λιγότερο ομιλούσες, όπως είναι ο τυπικός όρος, μεταφράζουν πονηρά τραγούδια ή κείμενα αμιγώς ελληνικά ώστε να δημιουργήσουν τεχνητό πολιτιστικό υπόστρωμα, που κάποια στιγμή ελπίζουν να το επικαλεστούν, όπου τυχόν τους χρειαστεί.
Δεν γνωρίζω επακριβώς εάν πρόκειται γιά μία αυτάρεσκη ερμηνεία της ιστορίας, όπου κάποιοι θέλουν να νοιώθουν "γλωσσικοί αναστηλωτές" η "τζάμπα σωστοί με το στανιό", όπως λέει και το λαϊκό άσμα, ή εάν αυτή η συμπεριφορά αποσκοπεί σε κάτι βαθύτερο μελλοντικά. Σκέψεις φυσικά κάνω, ενδείξεις περίεργης συμπεριφοράς υπάρχουν (έως και αποδείξεις θα έλεγα). όπως επίσης και κάποιες κινήσεις άκρως χαρακτηριστικές.
Το ζήτημα είναι αν αυτό αφορά μία συμπαγή μάζα ανθρώπων ή μία επιτελική ομάδα ανωνύμων, η οποία συμπαρασύρει τους άλλους που συμπράττουν ή υπερασπίζονται τέτοιες συμπεριφορές λόγω γνωριμίας, φιλίας ή εντοπιότητας. Σίγουρα υπάρχουν και άνθρωποι με αυτές τις απόψεις που τις θεωρούν σωστές και τις υπερασπίζονται καλοπροαίρετα. Ωστόσο ο σκληρός πυρήνας διέπεται από αδιαλλαξία και κυρίως από τάσεις απόρριψης της άλλης άποψης με τρόπο που κυ-μαίνεται μεταξύ φραστικής βιαιότητας ή προσπάθειας γελοιοποίησής της.
Συνήθως αυτοί δεν παρεμβαίνουν στον καθημερινό διάλογο, απλώς επιλεκτικά χρησιμοποιούν κατά περίπτωση τα λεγόμενα των άλλων και εμφανίζονται περιστασιακά αλλά στοχευμένα (έχω προσωπικό χαρακτηριστικό παράδειγμα στόχευσης).
Θαρρώ επομένως, ότι η όποια ανάρτηση γίνεται στις ομάδες που υπάρχουν (κάλντα, αράτσι, αρβανιτόβλαχοι, αρμάνοι, πίνδος, βλαχόφωνοι), πέρα από τα αστειάκια και τα τραγουδάκια της καθημερινότητας, όταν αφορά θέματα ιστορίας ή τρέχουσας επικαιρότητας, θα πρέπει να διέπεται από κανόνες φραστικής ευπρέπειας και η κατάθεση των απόψεών μας ή οι αντιπαραθέσεις μας να κινούνται σε ένα πλαίσιο που να μη τροφοδοτεί τις επιζητούμενες σκοπίμως συγκρούσεις της άλλης πλευράς.
2.3 Η Τρίτη υπο-ομάδα, αφορά χρήστες του εξωτερικού, κάποιοι από τους οποίους εντάσσονται στην 1η υπο-ομάδα και κάποιοι άλλοι είναι από βαλτοί καθεστώτων έως προκλητικοί προβοκάτορες. Η συνομιλία μαζί τους δεν έχει νόημα, παρά μόνον εάν οι απαντήσεις μας αφορούν την γελοιοποίησή τους ή το ξεμπρόστιασμά τους.
Λυπάμαι αν μακρηγόρησα, αλλά ήθελα από καιρό να καταθέσω αυτές τις σκέψεις, θεωρώντας ότι ίσως προσφέρω κάτι σε μία καλύτερη αυτό-οργάνωση των κατά καιρούς και κατά ομάδες διαλόγων μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου